ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΚΕΙΜΕΝΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ
ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ 2014

Οι απαντήσεις είναι ενδεικτικές

Α1. Η θεατρικότητα του έργου είναι έκδηλη. Σ’ αυτό συμβάλλουν ιδιαίτερα τα εκτεταμένα διαλογικά μέρη, τα πολλά πρόσωπα, ακόμη και σε δευτερεύοντες ρόλους και οι πολλές εναλλαγές σκηνών. Επιπλέον βλέπουμε και σκηνές που έχουν έντονη δράση. Όλα αυτά συνδυάζονται με τις υποβλητικές περιγραφές , την πλοκή, την κλιμακούμενη δραματική ένταση αλλά και τις υπάρχουσες δομικές ενότητες με την σχετική αυτοτέλεια. Χαρακτηριστικά παραδείγματα θεατρικότητας αποτελούν: α) «Ήδη αυτή η υιοθέτησις εγένετο πανηγυρική. Η μήτηρ μου εφόρεσε διά πρώτην φοράν τα γιορτερά της και μας ωδήγησεν εις την εκκλησίαν… επί τινας στιγμάς εις τους παρισταμένους.». Στο συγκεκριμένο απόσπασμα υπάρχει εναλλαγή σκηνών, συστατικό στοιχείο της θεατρικότητας, καθώς κατά τη διάρκεια της υιοθεσίας η οικογένεια της Δεσποινιώς μεταβαίνει από το σπίτι στην εκκλησία και κατόπιν μαζί με το υιοθετημένο κορίτσι πίσω στο σπίτι, όπου λαμβάνει χώρα η επιβλητική σκηνή της εισόδου του νέου μέλους της οικογένειας στο σπίτι.
β) «- Ὦ! εἶπε μετ' ἀπελπιστικῆς ἐκφράσεως. … Μᾶς εἶναι ὅλως διόλου ξένη». Η ύπαρξη διαλόγου αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό της θεατρικότητας, δίνοντας ζωντάνια και παραστατικότητα με αποτέλεσμα ο αναγνώστης να αποκτά την αίσθηση πως παρακολουθεί  ζωντανά τη σκηνή να εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια του.                                                 
γ) «Έξωθεν αυτής ο πρωτόγερος εσήκωσε το κοράσιον υψηλά εις τας χείρας του …Ενώ οι εδικοί μας μετά του πρωτογέρου εισήλθον και εξενίσθησαν παρ’ ημίν.» Η ύπαρξη πολλών προσώπων , ακόμη  και σε δευτερεύοντες ρόλους,  αποτελεί στοιχείο θεατρικότητας. Στο απόσπασμα συμμετέχουν η Δεσποινιώ με την οικογένειά της, η οικογένεια του μικρού κοριτσιού, ο πρωτόγερος που έχει αναλάβει το τυπικό μέρος της υιοθεσίας και αρκετοί άλλοι συγγενείς και «παριστάμενοι», δηλαδή συγχωριανοί.

Β1. Η γλώσσα που χρησιμοποιεί ο Βιζυηνός είναι η καθαρεύουσα καθώς η δημοτική δεν έχει ακόμη διεισδύσει ολοκληρωτικά στην πεζογραφία. Η καθαρεύουσα όμως που χρησιμοποιεί είναι μετριοπαθής, αφού διακατέχεται από το λαϊκό αίσθημα. Ωστόσο, δεν αποκηρύσσει την δημοτική, αφού στους διάλογούς του αφήνει μεγάλο μέρος στην καθομιλουμένη. Στους ζωηρούς διάλογους που παραθέτει, κυριαρχεί η δημοτική με πολλούς θρακιώτικους ιδιωματισμούς, κάτι που αποτελεί καινοτομία για την εποχή. Ο συνδυασμός αυτός δίνει αληθοφάνεια στο έργο, καθώς τα πρόσωπα εκφράζονται με τη διάλεκτο που αρμόζει στην καταγωγή, την παιδεία και την κοινωνική τους θέση.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα χρήσης της καθαρεύουσας στο κείμενο αποτελεί το απόσπασμα: «Αἱ οἰκονομικαί μας δυσχέρειαι ἐκορυφώθησαν, …προσπαθείας κατώρθωσε νά υἱοθετήσῃ.» Ο ώριμος αφηγητής χρησιμοποιεί την καθαρεύουσα στα πλαίσια της αφήγησής του, σύμφωνα με τα γλωσσικά πρότυπα της εποχής και με την παιδεία που έχει αποκτήσει από τις σπουδές του στο εξωτερικό. Αντίθετα, στα διαλογικά μέρη, διακρίνουμε τη χρήση της δημοτικής γλώσσας: «—  Ὤ! εἶπε μετ' ἀπελπιστικῆς ἐκφράσεως. Ἐνόμισα ὅτι σύ θά ἀγαπήσῃς τό Κατερινιώ περισσότερον ἀπό τούς ἄλλους, ἀλλά, ἀπατήθηκα!» Σ΄αυτό το απόσπασμα ο Βιζυηνός χρησιμοποιεί τη δημοτική γλώσσα θέλοντας να αποδώσει ρεαλιστικά την μητέρα. Η Δεσποινιώ εκφράζεται με την καθομιλουμένη γλώσσα της εποχής και του τόπου της καθώς είναι μια γυναίκα του χωριού, απλή και χωρίς μόρφωση. Μ’ αυτόν τον τρόπο ο χαρακτήρας της αποκτά αληθοφάνεια.

Β2α)Στο σημείο αυτό υπάρχει σύνοψη χρόνου. Ο αφηγητής χρησιμοποιεί την επιτάχυνση συνοψίζοντας σε  τέσσερα ρήματα : ‘ηυξήθη, ανετράφη, επροικίσθη, υπανδρεύθη’ ολόκληρη περίοδο από τη ζωή του θετού κοριτσιού και της μητέρας. Η επιλογή αυτή οφείλεται στο γεγονός πως αυτήν την περίοδο στην οποία αναφέρεται , ο αφηγητής απουσιάζει στην ξενιτιά και έτσι τα χρονικά κενά στην αφήγηση συνδέονται με την απουσία του, κατά τη διάρκεια της οποίας δεν μπορεί να γνωρίζει αναλυτικά τι συμβαίνει στο πατρικό του. Από την άλλη πλευρά, τα γεγονότα παρουσιάζονται συνοπτικά γιατί ο αφηγητής θεωρεί πως οι λεπτομέρειες που παραλείπονται δεν ενδιαφέρουν τον αναγνώστη και πιθανόν να τον κουράσουν. Θέλει να δώσει έμφαση στο μεγάλωμα από τη μητέρα της θετής κόρης και στην σκανδαλώδη προσήλωσή της προς αυτήν. Τέλος, ο αφηγητής με τον τρόπο που εκφράζεται στα πλαίσια της επιτάχυνσης, φανερώνει και την ειρωνεία του απέναντί στη θετή κόρη η οποία, όπως θα δείξει στη συνέχεια, αποδείχτηκε αχάριστη προς τη γυναίκα που της έδειξε τόση αγάπη.

Β2β)Στο συγκεκριμένο χωρίο ο συγγραφέας παρουσιάζει τη μητέρα να κάνει μία αναδρομή στο παρελθόν όπου αναφέρεται στις συνθήκες κάτω από τις οποίες πήρε το δεύτερο κοριτσάκι στο σπίτι της. Η αναδρομή έχει πληροφοριακό χαρακτήρα, αφού ενημερώνει τόσο το Γιωργή όσο και τον αναγνώστη για τον τρόπο και τις συνθήκες που βρήκε το παιδί. Επιπλέον, ενημερώνει για το πώς βοήθησε το Κατερινιώ να μεγαλώσει μόλις έμεινε ορφανό. Στόχος της μητέρας είναι να μεταπείσει το γιό της και να τον κάνει να αποδεχτεί τη νέα αδελφή του. Ωστόσο, μέσα στο απόσπασμα είναι έντονη η συγκινησιακή φόρτιση της Δεσποινιώς, η οποία αντιμετωπίζοντας τη αντίδραση του Γιωργή για τη νέα υιοθεσία καταφεύγει σε επιχειρήματα που δεν στηρίζουν το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγουν. Ο συγγραφέας με τη χρήση της αναδρομικής αφήγησης επιτυγχάνει να καλύψει τα κενά της αφήγησης που σχετίζονται με την απουσία του Γιωργή στο εξωτερικό, να ενημερώσει για τα σχετικά με το δεύτερο υιοθετημένο κοριτσάκι και να αναδείξει την έντονη ψυχολογική φόρτιση της μητέρας που μπροστά στην αρνητική στάση του Γιωργή βρίσκεται πλέον σε αδιέξοδο.

Γ1. Στο απόσπασμα, ο αφηγητής περιγράφει τη σκηνή κατά την οποία ο πρωτόγερος ολοκληρώνει το τυπικό της υιοθεσίας του μικρού κοριτσιού από τη Δεσποινιώ. Οι βιολογικοί  γονείς του παιδιού είναι περίλυποι. Ο πατέρας είναι περισσότερο συγκρατημένος, η μητέρα προσπαθώντας να στηριχτεί πάνω του κλαίει. Η σκέψη τους είναι στο παιδί που αποχωρίζονται και έτσι γίνεται φανερό πως είναι πράξη που την κάνουν αναγκαστικά για οικονομικούς λόγους. Αντίθετα, η Δεσποινιώ τρέμει, αλλά από φόβο μήπως ματαιωθεί η ευτυχία της. Τελικά, τίποτα απρόοπτο δεν έγινε και κανείς δεν έφερε αντίρρηση στην υιοθέτηση του κοριτσιού. Στο απόσπασμα γίνεται εμφανής ο δραματικός χαρακτήρας του κειμένου μέσα από τη φορτισμένη ψυχολογική κατάσταση των ηρώων , τη δραματική ένταση, την αντίθεση των συναισθημάτων αλλά και τη συγκινησιακή φόρτιση. Παράλληλα, είναι έντονο το ψυχογραφικό στοιχείο. Ο Βιζυηνός διεισδύει στα μύχια της ψυχής των ηρώων του και παρουσιάζει τη συμπεριφορά τους έτσι ώστε να εκφράζει ανάγλυφα τον ψυχισμό τους. Ο βουβός πόνος του πατέρα, ο σπαραγμός της βιολογικής μάνας, η κρυφή χαρά και αδημονία της Δεσποινιώς, η συγκινησιακή φόρτιση των προσώπων της σκηνής αποδεικνύουν τη ψυχογραφική δεινότητα του Βιζυηνού και παράλληλα αποδίδονται με τη χαρακτηριστική εκφραστική λιτότητα του συγγραφέα.


Δ1. Ομοιότητες των δύο κειμένων αποτελούν:
1. Στα δύο κείμενα γίνεται λόγος για δύο μικρά κορίτσια τα οποία οι ήρωες τα υιοθετούν. Συγκεκριμένα: Στο «Αμάρτημα της μητρός μου», η Δεσποινιώ υιοθετεί δύο κορίτσια. Το πρώτο αναφέρεται στο εξής χωρίο « Ἀλλ' ἡ μήτηρ, …δι' ἑνός ξένου κορασίου, τό ὁποῖον μετά μακράς προσπαθείας κατώρθωσε νά υἱοθετήσῃ.» Στο κείμενο «Οι Άθλιοι των αθηνών» ο Τάσος βρίσκει ένα μικρό κοριτσάκι: « Κορίτσι. Το λένε Τασούλα.»
2. Στο «Αμάρτημα της μητρός μου», το δεύτερο κοριτσάκι που παίρνει η Δεσποινιώ υπό την προστασία της είναι όπως και αυτό που βρίσκει ο Τάσος πολύ μωρό, στα σπάργανα. Συγκεκριμένα: Στο «Αμάρτημα της μητρός μου» , η Δεσποινιώ μόλις παντρεύει την πρώτη θετή κόρη, πηγαίνει στο σπίτι με ένα νεογέννητο: «Ἀλλ' ὁποία ὑπήρξεν ἡ ἔκπληξίς των, … ἕν δεύτερον κοράσιον, ταύτην τήν φοράν ἐν σπαργάνοις!». Στο κείμενο «Οι Άθλιοι των αθηνών», αναφέρονται τα σπάργανα και η φασκιά του μωρού : «ελούφαξεν εντός των σπαργάνων του».
3. Ομοιότητα αποτελεί το ίδιο το γεγονός της υιοθεσίας και ο άτυπος τρόπος με τον οποίο συνήθιζαν παλαιότερα να δίνουν τα παιδιά προς υιοθεσία. Συγκεκριμένα: Η Δεσποινιώ υιοθετεί διαδοχικά δύο παιδιά, το πρώτο με ένα εθιμοτυπικό τελετουργικό και το δεύτερο χωρίς ιδιαίτερες διαδικασίες, αφού παραδέχεται πως «Τό ἐπῆρα τριῶν μηνῶν ἀπό πάνω ἀπό τό λείψανο τῆς μάνας του· …Εἶναι δικό μου τό παιδί, καί εἶναι ἀδελφή σας!» Ομοίως και στο παράλληλο κείμενο, ο Τάσος βρίσκει εκεί που κοιμάται το μωρό και αποφασίζει να το κρατήσει και να πληρώνει τα έξοδα για την ανατροφή του, χωρίς κάποιες διαδικασίες ή ενημέρωση των αρχών.

Διαφορές ανάμεσα στα δύο κείμενα εντοπίζουμε στα εξής σημεία:
1. Το δεύτερο κορίτσι που υιοθετεί η Δεσποινιώ, το Κατερινιώ είναι ορφανό και από τους δύο γονείς και η Δεσποινιώ το γνωρίζει: «δέν τό ἔφθανε πώς ἐγεννήθη κοιλιάρφανο, μόν' ἀπέθανε καί ἡ μάνα του καί τό ἄφηκε μέσ' στή στράτα!» Αντίθετα, ο Τάσος δεν γνωρίζει κάτι για το κοριτσάκι που υιοθετεί, του το αφήνουν τη νύχτα στην κάσσα που κοιμάται και εμμέσως δίνεται η πληροφορία πως του το άφησε κάποια φτωχή μάνα που δεν μπορούσε να το μεγαλώσει.
2.Στο «Αμάρτημα της μητρός μου», η Δεσποινιώ αναλαμβάνει μόνη της να μεγαλώσει τα κορίτσια που υιοθετεί. Ειδικά το πρώτο κορίτσι το μεγαλώνει με τον καλύτερο τρόπο και το καλοπαντρεύει: «Πρίν δέ κατορθώσω νά ἐπιστρέψω, τό ξένον κοράσιον ηὐξήθη, ἀνετράφη, ἐπροικίσθη καί ὑπανδρεύθη, ὡς ἐάν ἦτον ἀληθῶς μέλος τῆς οἰκογενείας μας.» Αντίθετα, στο κείμενο «Οι Άθλιοι των αθηνών», ο Τάσος αναλαμβάνει την οικονομική ενίσχυση του μικρού κοριτσιού και όχι την προσωπική του φροντίδα, προφανώς επειδή είναι άντρας ανύπαντρος: «Καλά, κυριούλα….ψωμί ζώ»













Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΚΡΙΤΗΡΙΟ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ (ΣΥΝΕΞΕΤΑΣΗ ΓΛΩΣΣΑΣ - ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ)

Η ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ (PROJECT) ΣΤΟ ΛΥΚΕΙΟ

Λάθη που πρέπει να αποφεύγουμε όταν γράφουμε έκθεση